- υποσκαριφισμος
- ὑποσκαριφισμόςὑποσκᾰριφισμός
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
υποσκαριφισμός — ὁ, Α (δ. αν.) βλ. ὑποσκαφισμός … Dictionary of Greek
υποσκαφισμός — και δ. αν. ὑποσκαριφισμός, ὁ, Α το καθάρισμα τού σιταριού με λίχνισμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + σκαφίς, ίδος «φτυάρι, σκαπάνη», μέσω ενός αμάρτυρου ρ. *ὑποσκαφίζω] … Dictionary of Greek